Η διαταραχή αυτή χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα υπερφαγικά επεισόδια, τα οποία δεν συνοδεύονται από συμπεριφορές αντιρρόπησής τους. Τα υπερφαγικά αυτά επεισόδια συνοδεύονται από αίσθημα απώλειας ελέγχου, όπως στην ΨΒ. Μπορεί ωστόσο να διαρκούν περισσότερο, και σε ορισμένες περιπτώσεις ο ασθενής «μασουλάει» ή «τσιμπολογάει» επί πολλές ώρες. Ο ασθενής συχνά νιώθει ενοχή μετά από ένα επεισόδιο ή προτιμά να τρώει μόνος του για να μην δουν οι άλλοι την ποσότητα που καταναλώνει. Η επεισοδιακή υπερφαγία οδηγεί συχνά σε παχυσαρκία, αλλά όχι πάντοτε, εφόσον αυτό εξαρτάται από τη συχνότητα των επεισοδίων και από το γενικότερο πρόγραμμα διατροφής. Σε κάθε περίπτωση, οι ασθενείς διακατέχονται από αισθήματα ντροπής, ενοχής και μειονεξίας που δοκιμάζουν την αυτοεκτίμησή τους.
Ο επιπολασμός της διαταραχής υπολογίζεται σε 2-3% του γενικού πληθυσμού. Οι γυναίκες υπερτερούν, αλλά όχι συντριπτικά, όπως στην ΨΒ. Η αναλογία ανδρών-γυναικών είναι περίπου 1:1,5. Η διαταραχή συνυπάρχει πολύ συχνά με μείζονα κατάθλιψη και κατάχρηση αλκοόλ ή άλλων ουσιών.
Η γνωσιακή-συμπεριφορική και η διαπροσωπική θεραπεία μπορούν να αντιμετωπίσουν τα υπερφαγικά επεισόδια, αλλά όχι το αυξημένο βάρος. Η θεραπεία με εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης υπολείπεται σε αποτελεσματικότητα, αλλά μπορεί να επισπεύσει την ύφεση, αν χρησιμοποιηθεί επιπρόσθετα. Για την απώλεια βάρους, που είναι δευτερεύον αλλά σημαντικός για τους ασθενείς στόχος της θεραπείας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ειδική συμπεριφορική παρέμβαση. Η τοπιραμάτη ως πρόσθετη θεραπεία μπορεί να βοηθήσει τόσο στη μείωση των επεισοδίων όσο και στην απώλεια βάρους.